Σάββατο 28 Ιανουαρίου 2012

Σιμωνίδης ο Κείος


Ο Σιμωνίδης ο Κείος (556 π.Χ.-469 π.Χ.) ήταν. Έλληνας λυρικός ποιητής. Γεννήθηκε στη νήσο Κέα όπου διδάχθηκε ποίηση και μουσική και συνέθεσε παιάνες προς τον Απόλλωνα. Μετακινήθηκε στην Αθήνα υπό την αιγίδα του Ίππαρχου. Μετά την δολοφονία του προστάτη του 514 π.Χ. μετοίκησε στην Θεσσαλία Μετά την μάχη του Μαραθώνα επέστρεψε στην Αθήνα και αμέσως μετά πήγε στην Σικελία στην αυλή του Ιέρωνα όπου έμεινε μέχρι το θάνατο του. Συνέθεσε ελεγείες, χορικά ποιήματα, επινίκιους ύμνους, διθυράμβους, παρθένια, θρήνους και επιγράμματα, εκ των οποίων άριστα θεωρούνται αυτά για τους πεσόντες των Θερμοπυλών και του Μαραθώνα. Είχε μεγάλη φήμη σχετικά με τις γνώσεις του. Προσωπικός φίλος του Θεμιστοκλή και του Παυσανία. Η ποίησή του κατά τη διάρκεια του πολέμου με τους Πέρσες έδωσε μεγάλη ώθηση στην ελληνική εθνική συνείδηση.
                               
                                 Βιογραφία και έργο
Γεννήθηκε στην Ιουλίδα της Κέω (Κέα, Τζια) το 556 π. Χ. και πέθανε σε μεγάλη ηλικία, το 468 π. Χ. Ήταν θείος του Βακχυλίδη και τον περισσότερο χρόνο της ζωής του τον πέρασε στην Αθήνα, στη Θεσσαλία, στον Ακράγαντα και τις Συρακούσες, όπου τον βρήκε ο θάνατος. Ξεχωριστό δείγμα πνευματικού ανθρώπου κι ευαίσθητου ποιητή. Με τους διθυράμβους του, που δε σώζονται, πέτυχε 56 νίκες. Στα ποιήματά του κυριαρχεί το ορθολογικό κριτικό του τάλαντο και το βαθύ συναίσθημα. Θεωρείται επίσης ο μεγαλύτερος επιγραμματοποιός της αρχαιότητας. Ο «Κείος» ασχολήθηκε με όλα γενικά τα είδη της λυρικής ποίησης. Έτσι, στο ενεργητικό του διαθέτει: ύμνους, παιάνες, διθυράμβους, εγκώμια, θρήνους, ελεγείες, επιγράμματα κ.α.  Ιδιαίτερα τα επιγράμματα, τα 'χεν αναγάγει σε μέγιστη τελειότητα, λόγω της απλότητάς τους, της ασύγκριτης φραστικής τους συμπύκνωσης και του ύψους των περιεχομένων σ' αυτά νοημάτων. Εβδομήντα απ' αυτά σώζονται στην Ανθολογία. Εξάλλου μετά τη νίκη κατά των Περσών στο Μαραθώνα, έγραψε για τους μαραθωνομάχους και μιαν ελεγεία του, με την οποία μάλιστα πέτυχε να νικήσει κι αυτό τον γίγαντα Αισχύλο στο διαγωνισμό που σχετικά προκηρύχτηκε κι ενεργήθηκε. Για δεύτερη δε φορά αναγορεύθηκε νικητής, σ' ανάλογο διαγωνισμό, κατά το έτος 476 π.Χ. Έχαιρε άκρας εκτίμησης στον αρχαιοελληνικό χώρο και μεγάλοι άνδρες της εποχής του, όπως ο Αριστείδης, ο Θεμιστοκλής, ο Παυσανίας και πλείστοι όσοι άλλοι, τον τιμούσαν με τη θερμή φιλία τους. Μετά το θάνατό του, στην Αυλή του Τυράννου των Συρακουσών, Ιέρωνα, που τον φιλοξενούσε, του στήσανε λαμπρό μνημείο μπροστά στη κεντρική πύλη της Ελληνικής τους (τότε) πολιτείας.